Ο Robert Rauschenberg (1925-2008) έδωσε το στίγμα του ως το κακό παιδί της τέχνης στις αρχές της δεκαετίας του 1950, στην ακμή του αφηρημένου εξπρεσιονισμού.
Υποστηρίζοντας πως δεν ήθελε “ένας πίνακας να είναι απλώς μια έκφραση της προσωπικότητάς του” ο Rauschenberg αμφισβήτησε την πρωτοκαθεδρία του ζωγραφικού μέσου.
Υπό τους ίδιους όρους εφηύρε νέες φόρμες που κινήθηκαν ελεύθερα μεταξύ μέσων και μεθοδολογίας, εμφανή στη διαδικασία που ακολούθησε στη δημιουργία των περίφημων “combines”.
Για τις επόμενες έξι δεκαετίες επηρέασε την πορεία της Αμερικανικής τέχνης για πάντα.
Τόσο στην τέχνη όσο και στη ζωή, ο Rauschenberg αρνήθηκε να δεχθεί τα συμβατικά όρια, καθορίζοντας τη θεματολογία της δικής του πρακτικής με γνώμονα τις έννοιες της “πολλαπλότητας, της ποικιλίας και της συμπερίληψης”. Η συνεχής αναζήτησή του για καινοτομία πυροδοτήθηκε από την απεριόριστη περιέργειά του, τη χαρά της χρήσης του καθημερινού, τον ενθουσιασμό της συνεργασίας και το πάθος για το ταξίδι. Το έργο του συμπεριλαμβάνει μεγάλο εύρος διαφορετικών μέσων, όπως τη ζωγραφική, τη γλυπτική, τη φωτογραφία, την περφόρμανς, τα ηλεκτρονικά συστήματα και την ψηφιακή ζωγραφική.
Τα άκρως πειραματικά έργα του ήταν αποτέλεσμα της κριτικής του στάσης απέναντι στις δυνατότητες της τέχνης στη σύγχρονη εποχή.