Οι εικαστικοί δηµιουργοί καλούνται ν’ αφουγκραστούν τις ποικίλες φωνές και της νυκτός τους ήχους μιας ποίησης που με λέξεις-χρησμούς μεταφράζει τα μεγάλα και υψηλά αισθήματα. Και να μεταφράσουν κι αυτοί με τη σειρά τους τον ποιητικό λόγο σε εικόνες-παράθυρα ανοιγµένα στη ζωή. Μια ζωή µακριά από τους ψεύτες, τους σφετεριστές και τους λαοπλάνους, μαζί µε όλους τους αναχωρητές, τους ερηµίτες και τους προδρόμους που «πήραν τα βουνά, να μην τους φάει ο κάμπος». Και να αναζητήσουν με τον χρωστήρα τους, μέσα στην τέχνη τους παντού και πάντα, την εν ηδονή ζωή όπου το «εγώ» γίνεται «εσύ», σε µια διηνεκή στυτική λειτουργία του πνεύματος.
Μέσα στο φέγγος της καθημερινής µας τραγωδίας, διωγμένοι από τα ψέματα και τις φενάκες της φοβερής ετούτης εποχής, οι ανήσυχοι δημιουργοί βιάζονται να ταξιδέψουν – επιβάτες και αυτοί σε εξαίσιες αμαξοστοιχίες της πιο μεγάλης, της καθολικής του κόσμου τούτου νοσταλγίας, της νοσταλγίας του απώτατου μέλλοντος.